Συμπεράσματα

Αρετή Πεντεδέκα
Η τοπική κεραμική παραγωγή κατά την Εποχή Σιδήρου στη Σιθωνία

Στον Άγιο Ιωάννη, περίπου το 30% των δειγμάτων ανήκουν σε λεπτόκοκκες, μη διαγνωστικές για την προέλευση, κεραμικές ύλες. Σχεδόν το 75% των, διαγνωστικής σύστασης, δειγμάτων διαμορφώνει μια κατά κύριο λόγο μεσόκοκκη κεραμική ύλη (κεραμική ύλη 1), η οποία περιλαμβάνει τα συστατικά αλλά και θραύσματα όξινων πλουτωνικών πετρωμάτων (χαλαζίας, καλιούχοι άστριοι, πλαγιόκλαστα, βιοτίτης), και θραύσματα χαλαζιτικών και φυλλιτικών πετρωμάτων, ενώ αρκετά δείγματα περιέχουν και κοκκία πηλού. Η σύσταση αυτή υποδεικνύει τη χρήση πρώτης ύλης που προέρχεται από περιοχή στην οποία καταλήγουν ιζήματα τόσο από τους σχηματισμούς χαλαζίτη και φυλλίτη του Σχηματισμού Σβούλας όσο και από γρανιτικά-γρανοδιοριτικά πετρώματα. Πράγματι, τα πηλώδη ιζήματα που συλλέχθηκαν σε γειτονικές του Αγίου Ιωάννη περιοχές, όπως η παραλία Καστρί (GS9), φέρουν έντονες συστασιακές ομοιότητες με αυτήν την κεραμική ύλη, επιβεβαιώνοντας την τοπική παραγωγή ενός σημαντικού ποσοστού της κεραμικής που βρέθηκε στο νεκροταφείο. Τα δείγματα αυτής της κεραμικής ύλης προέρχονται κυρίως από αμφορείς και αμφορίσκους, φιάλες, και κανθαρόσχημα αγγεία, αλλά και μια τριποδική χύτρα μικρού μεγέθους καθώς και ένα θήλαστρο.

Στα Λαγόμαντρα, περίπου το 35% των δειγμάτων διαμορφώνουν μια χοντρόκοκκη έως πολύ χοντρόκοκκη κεραμική ύλη, η οποία χαρακτηρίζεται από θραύσματα γρανίτη και των συστατικών τους (κεραμική ύλη 19). Δείγμα άμμου που συλλέχθηκε από την ομώνυμη παραλία (GS13) περιέχει θραύσματα συναφούς σύστασης και κοκκομετρίας, και είναι πολύ πιθανό αυτό ή παρόμοιο χαλαρό ίζημα να έχει προστεθεί στην πηλόμαζα για την παρασκευή των αγγείων της κεραμικής ύλης 19. Είναι αξιοσημείωτο δε, ότι με αυτήν την κεραμική ύλη έχουν κατασκευαστεί όλες οι τριποδικές χύτρες του οικισμού από τις οποίες πάρθηκε δείγμα, αλλά και μερικοί αμφορείς.

Σχεδόν τα μισά δείγματα από το νεκροταφείο στον Κούκο Συκιάς ανήκουν σε λεπτόκοκκες και μη διαγνωστικές για την προέλευσή τους, κεραμικές ύλες. Από τα, διαγνωστικής σύστασης, δείγματα, τα περισσότερα διαμορφώνουν μια χοντρόκοκκη κεραμική ύλη, η οποία χαρακτηρίζεται από θραύσματα γρανοδιοριτικών πετρωμάτων και των συστατικών ορυκτών τους, καθώς και πράσινη κεροστίλβη (κεραμική ύλη 12). Η χονδρόκοκκη αυτή κεραμική ύλη απαντάται σε αμφορείς, αμφορίσκους, πιθοειδή αλλά και σε μια μεγάλου μεγέθους χύτρα. Τα δείγματα πηλωδών και χαλαρών ιζημάτων που συλλέχθηκαν από την κοιλάδα και, κυρίως, την παράκτια ζώνη της Συκιάς, όπου εντοπίζονται ιζήματα παράκτιων λιμνών και λιμνοθάλασσας, χαρακτηρίζονται από συναφή ορυκτολογική σύσταση και συνηγορούν στην υπόθεση της τοπικής παραγωγής των αγγείων αυτής της κεραμικής ύλης (GS30).

Η τοπική κεραμική παραγωγή της αρχαίας Ακάνθου

Από το αναλυθέν κεραμικό σύνολο της Ακάνθου, σχεδόν τα μισά δείγματα διαμορφώνουν μια μεσόκοκκη κεραμική ύλη, η οποία περιλαμβάνει χαλαζία, καλιούχους αστρίους (συχνά περθιτικούς) και πλαγιόκλαστα, μαρμαρυγίες, και αμφίβολο, καθώς και εγκλείσματα μαργαϊκής σύστασης (κεραμική ύλη 6). H σύσταση αυτή συμφωνεί με τη σύσταση των ιζημάτων που χαρακτηρίζουν την ευρύτερη περιοχή της Ιερισσού. Σε αυτήν την κεραμική ύλη συγκαταλέγονται τόσο δείγματα από αγγεία του νεκροταφείου (υδρίες, αμφορείς, χύτρες και λεκάνες) όσο και δείγματα από το στρώμα καταστροφής κεραμίδων στην είσοδο και εντός του υποθαλάμου του κλιβάνου 6, βεβαιώνοντας περαιτέρω την Ακάνθια εντοπιότητα αυτής της κεραμικής ύλης.

Κατά την πετρογραφική εξέταση αναγνωρίστηκαν ακόμη δύο χαρακτηριστικές κεραμικές ύλες, οι οποίες συνδέονται με την παραγωγή τοπικών εργαστηρίων. Και οι δύο είναι χονδρόκοκκες, και έχουν προκύψει είτε χρησιμοποιώντας τη χονδρόκοκκη πρώτη ύλη χωρίς περαιτέρω επεξεργασία (π.χ. απομάκρυνση των μεγαλύτερου μεγέθους κόκκων) είτε με την προσθήκη χονδρόκοκκης άμμου σε ένα μεσόκοκκο πλαστικό ίζημα. Η πρώτη (κεραμική ύλη 7) συνδέεται με τη διαχρονική χρήση πλαστικών ιζημάτων με εγκλείσματα γρανίτη, είναι εξαιρετικά χονδρόκοκκη, και αναγνωρίζεται τόσο σε δομικό υλικό (πλιθιά) των κλιβάνων 5 και 6, όσο και σε ταφικό πίθο της Εποχής Σιδήρου. Η δεύτερη κεραμική ύλη (κεραμική ύλη 9), η οποία αναγνωρίζεται μόνο σε πίθους της Εποχής Σιδήρου, συνδέεται με τη χρήση ιζημάτων που έχουν προκύψει από την αποσάθρωση αμφιβολιτικών και γρανιτικών πετρωμάτων. Η φυσική συνύπαρξη τέτοιων ιζημάτων είναι πιθανή σε περιοχές απορροής ρεμάτων τόσο βόρεια όσο και νοτιοδυτικά της Ιερισσού, όπου γειτνιάζουν σχηματισμοί γρανίτη και αμφιβολιτών.

η υπηρεσία
  • en